Τετάρτη 17 Αυγούστου 2016

ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΣΠΙΤΙΑ

Στα παλιά τα σπίτια τα κλεισμένα
τριγύριζε η μοναξιά,
τα πέπλα της μισοσκισμένα
και η καρδιά της ειν βαριά.
Αναθιβάλει τις χαρές τους
και των ενοίκων τις γιορτές
που αντηχούσανε τραγούδια,
γέλια, χαρούμενες φωνές.

Στα παλιά τα σπίτια τα κλεισμένα
τριγύριζα κι εγώ μαζί,
είναι η καρδιά μου λυπημένη
γιατί κανένα τους δε ζει.

Marinero

Κυριακή 14 Αυγούστου 2016

ΜΕ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ

Με μαντινάδες του κεφιού
γεμίζω τον καιρό μου
και με τραγούδια του έρωτα
τον αναστεναγμό μου.

Βάζω μπροστά τη μουσική
να κρύψει την ασχήμια,
να κρύψει όλα τα κακά
τον πόνο και την πείνα

κι αν μια φωνή καταδεχτεί
πνοή ζωής να δώσει
σε στίχους και σε μουσική
τραγούδι να σκαρώσει,

τότε θα βγουν από παντού
της ομορφιάς λουλούδια
και πρόσωπα χαρούμενα
να πιάσουν τα τραγούδια

και θα γεμίσουν ομορφιά
τα χαμηλά σπιτάκια
κι όλα τα φτωχοκάλυβα
θα γίνουν παλατάκια

Marinero






ΧΑΪ ΚΟΥ



Έγινε νύχτα
και τ άστρα τρεμοπαίζουν
μέσα στα μάτια.

Όνειρο βλέπεις
στον ύπνο τρεμοπαίζουν
τα βλέφαρα

βγαίνω για βόλτα
ίσως απόψε σε δω
με τα αστέρια

ένα γέλιο σου
φτάνει. Την άδεια ζωή
γεμίζει με φως



Ένα κορίτσι
πέρασε και η νύχτα
μύρισε γιασεμί.

Καλημέρα μου
είπες σήμερα ξανά
κι εγω χάρηκα

σήμερα που μου
έδωσες σημασία
εγώ άνθισα

Marinero

ΠΑΓΙΔΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Κρατάς την σκέψη σου κλειστή, ερμητικά κλεισμένη
και δεν μιλάς για τίποτα τα σχέδια σου κρύβεις,
κι είναι τα πάντα στην σκιά, τίποτα δε τα φέγγει,
ο κίνδυνος καραδοκεί, το σκότος βασιλεύει,
μες του μυαλού σου τις στροφές και μες τα σχέδια σου.
Έτσι όπως μες το πράσινο του χωραφιού με ρύζι,
κουνούπια κρύβονται εκεί και βάλτος που κρατάει
μόνον ελώδεις πυρετούς και θέρμες και τον χάρο,
έτσι κρατάς την σκέψη σου, έτσι και την ζωή μου,
αιχμάλωτη μες τους καπνούς και στα βαριά τσιγάρα,
χωρίς να βλέπω στο αύριο τον τρόπο να ξεφύγω.
Σαν έντομο που πιάστηκε μες σε ιστό αράχνης
και προσπαθεί να αποσπαστεί, κι όλο πιο μέσα μπαίνει
και τελικά αφήνεται και το κερδίζει ο χάρος.

Marinero

ΠΟΘΟΣ

Μπροστά βαδίζεις και εγώ ακολουθώ
τον λικνιστικό κυματισμό των λαγόνων σου,
παρατηρώ το σχήμα του κορμιού σου,
τέλειο σχήμα γυναίκας ίδιο βιολί, που περιμένει
τον Βιρτουόζο ν’ αγγίξει με τα δάχτυλα τις χορδές του
και το απαλό άγγιγμα του δοξαριού
που θα δονήσει τον αέρα και θα γεμίσει την νύχτα
με ήχους ηδονής και θα την πυρπολήσει.
Μπροστά πηγαίνεις και κρατάς
τ.’ αρώματα του έρωτα και τον αέρα,
από της Φρύνης τη γυμνή αποκοτιά
και της Τιμάνδρας τον παράφορο έρωτα
για τον υπερφίαλο Αλκιβιάδη, χωρίς να λογαριάσει
πως αυτός τους νέους προτιμούσε.
Μπροστά βαδίζεις και εγώ συμπληρώνω
το κενό που αφήνει το σώμα σου στον αέρα
και το άρωμα σου που θυμίζει τις νύχτες του έρωτα.
Ακολουθώ το κορμί σου και του πόθου μου το στρατί.
Αχ και να με βγάλει στην παραλία στα Κύθηρα.

Marinero

ΑΔΙΚΗ ΑΝΑΜΟΝΗ

Κιτρίνιζαν τα στάχυα το χωράφι
και πρασινίζαν οι ελιές στους λόφους.
Η θάλασσα πιο πέρα στραφταλούσε
και το χωριό γεμάτο ανθρώπους.

Γεμάτοι οι δρόμοι κι οι πλατείες
(σάμπως γιορτή να έχουν τάχα)
έφερνε ο αγέρας τον αχό οργάνων
κοκκίνιζε στο πέλαγος μια βάρκα.

Κι εγώ σε μία άκρη απά σε βράχο
προσμένω στου πελάγου τη γαλήνη
μαζί να έρθει με το φύσημα του αγέρα
το τραγουδάκι που έγραψα για κείνη.

Όμως του κάκου περιμένω μοναχός μου
ενώ το γλέντι στο χωριό καλά κρατάει
ο φλοίσβος μόνο είναι που τραγουδάει
ο ήλιος έπεσε και θα βγει η νέα σελήνη

Marinero