Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

 

Είναι ένας γέρος που του έφυγαν τα χρόνια,
όπως η άμμος που γλιστράει από τα δάκτυλα,
όπως νερό που πήρε το ποτάμι
και κάποια νύχτα το έβγαλε στη θάλασσα.
Τις νύχτες στην άδεια κάμαρα του,
έτσι όπως μπαίνει το σκοτάδι απ το παράθυρο,
θυμάται τις αγάπες που περάσανε
και παραδόθηκαν στον χρόνο, στη σιωπή.
Αγάπες που αγιάσαν τα φιλιά, τα χάδια
κι άφησαν χνάρια και πληγές,
αγάπες που περάσαν μα που μείναν
σαν ψίθυροι και σαν νεροσυρμές.

Βράδυ σκοτάδι και ησυχία,
Φεγγάρι που γυρνά στον ουρανό
Και θύμησες που όλο και γυρνούνε
Στου γέρου το βράδυ το στερνό.

 

Marinero