Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020

ΝΑΥΠΗΓΕΙΟΝ



Λιμενάρια Θάσος 30 Απριλίου 2007

Σε έρημο καρνάγιο
σκουριάζουν
φιλιά και σκαριά.
Όνειρα μονιάζουν
στις σκάρες του.
Άγκυρες κι αλυσίδες,
Σκοινιά, μακαράδες,
ναύτες παλιοί.
Κουρέλια ιστίων.
Ξάρτια που σάπισαν.
Πεθαίνουν επιθυμίες, ταξίδια.

Ένας γέρος ξέμεινε στη στεριά.
Διηγείται ιστορίες,
με γοργόνες και δράκους.
Κάτι γλάροι
κρώζουν και ψάχνουν
τα ψωμιά
που τους πετούσαν
οι εργάτες κι έκαναν χάζι.
Η στέγη πεσμένη
Μια γαλάζια επιγραφή,
σ’ άσπρο φόντο:
«ΝΑΥΠΗΓΕΙΟΝ Αφων…»
Στη θέση του απέναντι καφενείου,
ένα σύγχρονο cafe-bar,
σερβίρει Coca-cola και snacks
σε διψασμένους τουρίστες.

Marinero

Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ



Της θάλασσας τους στεναγμούς
τραγούδι θα τους κάνω
να κλαις και να τους τραγουδάς
στο μνήμα μου επάνω.

Γιατί μικρό μελαχρινό
βαριά ειν’ η καρδιά μου,
μα όσο κι αν φύγω μακριά
σε έχω παρηγοριά μου.

Της θάλασσας τα κύματα,
τους δυνατούς ανέμους
στο πέλαγο έχω συντροφιά
και τους ξενιτεμένους.

Γιατί ξενάκια όπως κι εγώ
κι αυτοί το ξέρω είναι
κι αν θυμηθούν τα σπίτια τους
βαρύς ο πόνος είναι

Θάλασσα με κρατάς μακριά
από την αρμαστή* μου,
τη μάνα και το σπίτι μου
κι από την αδερφή μου.

Marinero

*Αρμαστή= αρραβωνιαστικιά.

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΒΡΟΧΗ



Απόψε σε περίμενα του κάκου,
δεν θα σε φέρει το νυχτερινό λεωφορείο,
ξεχάστηκε και πάλι ο οδηγός του.
Στη στάση του κάκου σε προσμένω
κι ο χρόνος που περνά. Δεν ειν αστείο.

Μόνος στη στάση με βροχή και μπόρα,
έχει νυχτώσει κι εγώ βρέχομαι απ’ ώρα.
Δεν έρχεσαι η νυχτιά να ξαστερώσει
και αργεί ακόμα η αυγή να ξημερώσει.

Απόψε σε περίμενα του κάκου,
τρύπια η μαρκίζα το νερό όλο σταλάζει.
Έχει νυχτώσει και η βροχή με έχει μουσκέψει,
να χα τα μάτια σου τη νύχτα να φωτίσουν,
κι εγώ κρυώνω μες της νύχτας το σκοτάδι.

Μόνος στη στάση με βροχή και μπόρα,
έχει νυχτώσει κι εγώ βρέχομαι απ’ ώρα.
Δεν έρχεσαι η νυχτιά να ξαστερώσει
και αργεί ακόμα η αυγή να ξημερώσει.

Marinero