Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

ΕΠΙΚΛΗΣΗ


Νυχτερινή μου μουσική,
της λύρας μου δοξάρι,
βάλτε στον έρωτα ψυχή
βάλτε στο χρώμα πάθος,
να ζωγραφίσω στο γιαλό,
στου φεγγαριού το δρόμο,
το πρόσωπο που αγάπησα
κι αυτό δεν με αγαπάει.

Ίσως με το τραγούδι μου
και το γλυκό σουραύλι,
να κατακτήσω την καρδιά
που έχει κλειστή την πόρτα
και δεν μπορεί η αγάπη μου
να μπει, δεν την αφήνει,
γιατί έχει την καρδιά σκληρή,
όσο όμορφη έχει όψη.

Απόλλωνα λυράρη μου
κι εσύ Μαρσία θείε,
πάψετε λίγο τον καβγά,
βοηθάτε με να ανοίξω
με το γλυκό τραγούδι μου
την πόρτα της αγάπης
κι εγώ θα φέρω τάματα
και δώρα στους ναούς σας.

Marinero

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

ΣΥΝΑΠΑΝΤΗΜΑ


Σε μια στροφή, μια καμπή,
του δρόμου σε ξανάδα,
κι ήταν το βλέμμα σου κενό,
χωρίς ψυχή τα μάτια,
χωρίς χαμόγελο ζεστό,
η όψη η πονεμένη.
Ήταν απομεσήμερο
καλοκαιριού κι η ζέστη,
ήταν αφόρητη πολύ
κι ο ήλιος ζεματούσε,
ό,τι άγγιζε, όπου φώτιζε,
κι ο καύσωνας μεγάλος.
Ίσως ετούτο να έφταιγε
ίσως αυτό να ήταν
όπου δεν είχες όρεξη
να μου χαμογελάσεις,
ή μήπως ήταν η σιωπή
κι η απουσία τόση,
που σε έκαναν να πικραθείς,
τον κόσμο να μισήσεις;

Marinero

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

ΚΑΤΙ ΚΥΡΙΕΣ


Κάτι κυρίες,
πρώην κορίτσια που αγαπήσαμε,
έρχονται νύχτα στα όνειρά μας
και στοιχειώνουν
τον ύπνο και τις αναμνήσεις μας
και το πρωί όπως το χιόνι λιώνουν.

Κάτι κυρίες,
πρώην κορίτσια που αγαπήσαμε,
το χνάρι τους αφήσανε στην άμμο,
δεν έσβησε
το σπλαχνικό το κύμα όπως χάιδευε
το σχήμα του κορμιού στο απάγγειο.

Κάτι κυρίες,
πρώην κορίτσια που αγαπήσαμε,
θυμίζουν τα νιάτα μας τα πρώτα,
και τα νησιά
της άγονης γραμμής που τριγυρίζαμε,
τα καλοκαίρια, με του άνεμου τη ρότα.

Αχ οι κυρίες,
τα χρόνια που περάσανε
χαλάσαν το σχήμα του κορμιού τους,
άφησαν πίσω τους τις αναμνήσεις
των ερώτων μας,
παλιές φωτογραφίες που χουν σβήσει.

Marinero

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

ΚΑΘΕ ΞΗΜΕΡΩΜΑ


Κάθε ξημέρωμα
ένα καράβι περαστικό
ποδίζει στο μπαλκόνι μου
και σφυρίζει.
Μια μακρά, μια βραχεία.
Ύστερα φεύγει.
Ίσως όμως και να ναι
η βρύση του διπλανού
κι ο αέρας που πνίγεται
στου νερού τους σωλήνες.
Μα πάλι σκέπτομαι:
τι αέρας, τι καράβι.
Έτσι κι αλλιώς
και τα δυο είναι ταξίδι.

Marinero

Ποδίζει: αγκυροβολεί

ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΟΖΑ




Είναι κάτι κυρίες,
οι κυρίες του Μακόζα,*
κυρίες που χουν φύγει
απ΄ τη νιότη τους την πρώτη.
Το σώμα τους κρατά ακόμα
το σχήμα που έδωσε ο Ελύτης,
...σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι...”**
επιμελώς περιποιημένα
τα μαλλιά τους και τα νύχια.
Στο πέρασμά τους αφήνουν
άρωμα από εσπεριδοειδή.
Μ΄ αρέσουν οι κυρίες του Μακόζα.
Δυο – δυο ή τρεις – τρεις,
κοιτούν με μάτι πολύπειρο.
Ερωτικές σκιές στο μισοσκόταδο,
καλοβαλμένες αστές,
με μια ιδέα σοσιαλισμό.
Χαμογελούν καληνυχτίζοντας
και φεύγουν για το σπίτι,
αφήνοντας μια αδιευκρίνιστη υπόσχεση.



*McOza: Μακοζα μπαράκι στη Βέροια.
** Ο. Ελύτης, Άξιον Εστί

Marinero

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

FLEA MARKET



Πωλούνται όνειρα και αναμνήσεις γηγενών,
πωλούνται έπιπλα, κοσμήματα και ρούχα,
ό,τι παλιό πωλείται στο σωρό,
σ΄ αλλοδαπό και σε ξενόφερτο τουρίστα.

Πωλούνται προίκες, σεμεδάκια της γιαγιάς
και της κυρίας Λευκοθέας τα όνειρά της,
ό,τι κι αν βάλει ο νους σου είναι εδώ,
προσμένει τον “καλό” πελάτη ο μεταπράτης.

Πωλούνται θάλασσες κι ολόξανθη αμμουδιά,
πωλούνται ήλιος, καταγάλανα ακρογιάλια,
χωριά, νησιά κι η Ακρόπολη μαζί
κι ό, τι ζητήσεις, στο παζάρι τα λιμάνια.

Πωλείται η ιστορία και το βιος,
πωλείται κι η παραμικρή ελπίδα,
πωλείται ό,τι απομένει ζωντανό,
στην υπό πτώχευση, πικρή πατρίδα.

Marinero