Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ


Βάζω ένα όστρακο στ΄ αυτί μου και ακούω
να μου διηγείται ιστορίες για ένα ναύτη,
τον πρόγονο εκείνο που κανένα σπίτι,
ή και γυναίκας αγκαλιά είχαν κρατήσει.
Μόνο δεμένος στο κατάρτι πλοηγούσε
μακριά απ΄τις Σειρήνες, ή την Κίρκη,
την Καλυψώ, ή τις όμορφες κοπέλες
κι είχε σκοπό τον κόσμο να γυρίσει.
μίλαγε στους συντρόφους του για νόστο,
κι επιστροφή στα πάτρια εδάφη,
μα αυτός σκοπό δεν είχε άλλον,
στο μυαλό του μόνο τ΄ αέναο ταξίδι,
τα πέλαγα, της θάλασσας η αρμύρα τον εζούσε,
τα κύματα και η ριπία των ανέμων.
Στα καφενεία των νησιών θα τον βρεις,
μύριες μορφές να παίρνει τα βραδάκια,
με ένα ποτήρι ούζο να διηγείται ιστορίες
απ΄τα μακρινά τα πόρτα, κι από τις θάλασσες
που έχει ταξιδέψει, και τις χώρες.
Μα τον πονάει ακόμα η πληγή του
που τ΄ άνοιξε στα στήθη μια ομορφούλα
και γίνηκε κουρσάρος να κουρσέψει
τη νιότη της, τα κάλλη, το φιλί της.
Τώρα απόμεινε ναυάγιο γερασμένο,
κι αναθιβάλει περασμένα μπάρκα, δόξες
και τους συντρόφους τους χαμένους που διαβήκαν
κι όλους τους εκέρδισε ο Χάρος ο ολετήρας.

Marinero

Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

ΤΑΞΙΔΕΨΕ ΜΕ


Ταξίδεψέ με απόψε στο κορμί σου,
με των φιλιών την αύρα και τα χάδια,
την τρικυμία του έρωτά μου να σιγάσεις.
Κι αν δεν μας βγάλει η νύχτα σε ακρογιάλι,
και αν πόθος μας δεν καθησυχάσει,
του Έρωτα ναυτίλοι, ας χαθούμε
μέσα στο πέλαγος που ανοίγεται μπροστά μας.

Marinero

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ


Απόψε θα γυρίσω στα σοκάκια
που βγαίναμε τις νύχτες αγκαλιά,
να θυμηθώ στην ξάστερη βραδιά,
τους όρκους μας, τα χάδια, τα φιλιά.

Όταν θα συναντήσω την αγάπη,
θα την καλέσω να δειπνήσουμε μαζί,
να φύγουμε ταξίδι, δίχως χάρτη,
δίχως προορισμό, σε πέλαγος πλατύ.

Πέλαγος που ατέλειωτο προσμένει,
κύματα ο πόθος στο κορμί της, τα φιλιά,
με σκάφος την αγάπη που θα βγαίνει,
πλησίστια στου πελάγους την καρδιά.

Θα φτάσουμε στης θάλασσας την άκρη
και θα βουτήξουμε στον ξάστερο ουρανό,
μαργαριτάρι μας προσμένει το φεγγάρι,
κι οι ψίθυροι των άστρων στο βουνό.

Απόψε θα γυρίσω στα σοκάκια
που βγαίναμε τις νύχτες αγκαλιά,
να βρω ξανά τον πόθο να προσμένει
και μια καινούρια και ζεστή καρδιά.

Marinero