Ακολουθούσα το θρόισμα του ανέμου
που φούσκωνε της φούστας σου το ιστίο
και ταξίδεψα στις αμμουδιές της αγάπης
σε μια θάλασσα όρκων και στεναγμών.
Σε κοιτούσα δεμένος στο κατάρτι μονάχος
να χορεύεις με τις πεταλούδες την Άνοιξη
δίχως τέλος ένα χορό φωτός και θανάτου
Μια νύχτα καθώς το δάκρυ απ’ το φεγγάρι
έπεφτε σαν δροσιά στους ασφοδέλους
γύρισες κι είπες πως οι αλέες του πάρκου
φέτος δεν θα βαφτούν στεναγμούς και φιλιά.
Αφημένοι στην άκρη του κενού κοιτούσαμε
τα ταξιδιάρικα σύννεφα ανάμεσα στ’ άστρα.
Μια μικρή κουκουβάγια δοκίμαζε τα φτερά της
τα μάτια της μας κοίταξαν για μια στιγμή
κι ύστερα μας άφησε στο σκοτάδι μονάχους.
Άραγε θα λευκάνουν τα γιασεμιά την ερχόμενη Άνοιξη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου