Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

ΟΝΕΙΡΟ


Απόψε σ΄ ονειρεύτηκα
παππού μου ταξιδιώτη,
απάνω σε λευκό φαρί
στου κύματος την άκρη,
σε ένα μπάρκο ξύλινο
με ξύλο από πεύκο,
όπως αυτό που φύτρωνε
στο Πήλιο επάνω
κι ένα κατάρτι ολόϊσιο
με ξύλο από καβάκι.
Πανιά είχες πλησίστια,
στον κόντρα παπαφίγκο,
ένα μικρό ναυτόπουλο
ναύτη μαζί κι οπτήρα,
που αγνάντευε το πέλαγος,
το Θιάκι να ξεκρίνει,
μες την αντάρα την πολλή
και στον χαμό του ανέμου.
Μα του Αιόλου τον ασκό,
οι σύντροφοι ανοίξαν
γιατί νομίζαν θησαυρούς
πως έκρυβε, οι χαμένοι,
και το σκαρί ξεστράτισε
και βγήκε απ΄ την πορεία
κι ανοίχτηκε στο πέλαγος
το μαύρο κι αφρισμένο.
Το κυνηγούν τα κύματα,
το κυνηγούν οι ανέμοι
η Σκύλα και η Χάρυβδις
κι οι ώριες οι γοργόνες.
Μα εσύ τραβούσες σταθερά
για την μικρή Πατρίδα,
στόχο μαζί και πεθυμιά
είχες το σπιτικό σου.
Της Πηνελόπης η αγκαλιά
ο όρμος ο δικός σου.

Marinero

Το στιχούργημα περιγράφει το όνειρο ενός πρώην ναύτη που ονειρεύεται τον πρόγονό του τον Οδυσσέα.




Δεν υπάρχουν σχόλια: