Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

ΑΙΤΗΣΙΣ ΕΙΣ ΓΑΜΟΝ


Στην Καλαμάτα πήγαινε
να πάρει δυο μαντήλια
την είδε και το τρέλαναν
τα κόκκινά της χείλια.
Ήτο ωραία και ευειδής
σαν τα νερά τα κρύα,
μα είχε ζόρικη μαμά
και έναν αυστηρό μπαμπά.
Την επλησίασε δειλά,
της εξομολογήθη
τον λάβρο του τον έρωτα,
που έκρυβε στα στήθη.
Εκείνη εκοκκίνησε
(ήτο σεμνή η κόρη),
όμως τον επροσκάλεσε
να πάει από το σπίτι,
να την ζητήσει απ΄τους γονείς
γυναίκα να την πάρει
με δόξαν μόνο και τιμήν,
παπά και με στεφάνι.
Τι να κάνει ο νεανίας
(ήτο έρωτας σφοδρός)
πάει με άνθη εις το σπίτι,
στολισμένος σαν γαμβρός,
δεν μπορεί αλλιώς να κάνει.
Του ανοίγει η μητέρα,
και της δίνει τα λουλούδια
τον καθίζουν στο σαλόνι,
(ο πατήρ στον καναπέ
όλο ύφος και τουπέ).
Πες μου νέε μου τον ρωτάει
θα το πάρεις το κορίτσι;
έχει μια μικρή προικούλα,
μα ειν΄κορίτσι από σπίτι.
Δεν γνωρίζει σούρτα – φέρτα,
είναι τίμια πολύ
ξεύρει γαλλικά και πιάνο,
παίζει ολίγον και βιολί.
Στο φαΐ τα καταφέρνει,
στο νοικοκυριό επίσης,
είμαι ευτυχής πολύ
που ήρθες για να τη ζητήσεις.
Όμως πες μου εσύ δουλεύεις;
ποία η δουλειά που κάνεις
θα μπορέσεις να την θρέψεις
ή απ΄την πείνα θα πεθάνει;
μα τι λέτε αγαπητέ μου
είμαι φίνος αρχιτέκτων
χτίζω σπίτια, μεζονέτας,
είμαι κάτοχος και βέσπας.
Αναγάλλιασε ο πατέρας,
δεν κρατιέται απ΄τη χαρά του,
του εκύλισε εν δάκρυ
ενθυμήθη τα δικά του.
Θα σας δώσω την ευχή μου,
του πατρός μου το ρολόι,
το κορίτσι μου σου δίδω
κι ένα κτήμα στο Τατόι.
Συγκινήθηκε η μήτηρ,
η κοπέλα κοκκινίζει
ο πατέρας ξεροβύχει
ο υμέναιος κανονίσθη
και η ημερομηνία,
ανευρέθη εκκλησία
και κουμπάρα μία θεία.
Δίχως να το καταλάβει
ο ήρωας της ιστορίας,
εδεσμέυθη δια βίου
και απέκτησεν συμβία.

Marinero







Δεν υπάρχουν σχόλια: