Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ


Βάζω ένα όστρακο στ΄ αυτί μου και ακούω
να μου διηγείται ιστορίες για ένα ναύτη,
τον πρόγονο εκείνο που κανένα σπίτι,
ή και γυναίκας αγκαλιά είχαν κρατήσει.
Μόνο δεμένος στο κατάρτι πλοηγούσε
μακριά απ΄τις Σειρήνες, ή την Κίρκη,
την Καλυψώ, ή τις όμορφες κοπέλες
κι είχε σκοπό τον κόσμο να γυρίσει.
μίλαγε στους συντρόφους του για νόστο,
κι επιστροφή στα πάτρια εδάφη,
μα αυτός σκοπό δεν είχε άλλον,
στο μυαλό του μόνο τ΄ αέναο ταξίδι,
τα πέλαγα, της θάλασσας η αρμύρα τον εζούσε,
τα κύματα και η ριπία των ανέμων.
Στα καφενεία των νησιών θα τον βρεις,
μύριες μορφές να παίρνει τα βραδάκια,
με ένα ποτήρι ούζο να διηγείται ιστορίες
απ΄τα μακρινά τα πόρτα, κι από τις θάλασσες
που έχει ταξιδέψει, και τις χώρες.
Μα τον πονάει ακόμα η πληγή του
που τ΄ άνοιξε στα στήθη μια ομορφούλα
και γίνηκε κουρσάρος να κουρσέψει
τη νιότη της, τα κάλλη, το φιλί της.
Τώρα απόμεινε ναυάγιο γερασμένο,
κι αναθιβάλει περασμένα μπάρκα, δόξες
και τους συντρόφους τους χαμένους που διαβήκαν
κι όλους τους εκέρδισε ο Χάρος ο ολετήρας.

Marinero

Δεν υπάρχουν σχόλια: