Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ



Έχει νυχτώσει απ’ ώρα
κι ανάψανε τα φώτα,
μα δεν φωτίζουν την καρδιά
που έχει πάντα σκοτεινιά.
Γιατί έφυγες από καιρό,
νύχτα πριν έρθει πρωϊνό
κι έμεινε μόνη η χαρά
κι έγινε πάντα συννεφιά.
Τώρα στους δρόμους περπατώ,
λίγη χαρά αναζητώ
και λίγο φως να φέξει
και η καρδιά να αντέξει.
Να αντέξει αυτή τη σκοτεινιά
κι ίσως να έρθει η χαρά,
όταν ψηλά στον ουρανό
φανεί σημάδι φωτεινό.
Αχ και να ακούσω μια βραδιά,
στα σκαλοπάτια τα πλατιά,
τον ήχο των βημάτων σου
και την αναπνοή σου,
αχ να βρεθώ μαζί σου
και στα ψηλά τα δώματα
μέσα στην αγκαλιά σου,
να ‘μαι πάλι δικιά σου.
Έλα ακριβέ και δεν βαστώ
Να πολεμήσω το κακό,
Τους άθλιους μνηστήρες,
που καταλύουν ό,τι είχες,
που θέλουν την Πατρίδα σου,
να αρπάξουν την γυναίκα σου
και το βασίλειό σου
και απειλούν το γιο σου.
Έλα ξανά στο σπιτικό
Έλα κι εγώ σε καρτερώ
Κι υφαίνω το πανί μου
Ως να βρεθώ μαζί σου.

Marinero

Δεν υπάρχουν σχόλια: